Ιστότοπος Κιατίπη

Kiatipis Website

Συγγραφείς /Αρθρογράφοι

Ανδρέας Παράσχος

Γράφει ο Ανδρέας Παράσχος

Αρθρογράφος, Διευθυντής εφημερίδας ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ (Έκδοση Κύπρου)

16.9.2012 - Ξέρουμε πού πάμε;

 

Την περασμένη Πέμπτη, αφού έγινε γνωστό το πακέτο μέτρων που ζήτησε η Τρόικα από την κυβέρνηση να εφαρμόσει και σύμφωνα με το οποίο από τους υπαλλήλους του δημόσιου και ημιδημόσιου τομέα θα πρέπει να αποκοπεί περίπου το 30% των απολαβών τους, συνάντησα έξω από ένα περίπτερο, τον Μιχάλη. Φίλος από καιρό, μέχρι πέρυσι εμπορευόταν ρουχισμό, τώρα ιδιωτικός υπάλληλος, με γυναίκα δημόσιο υπάλληλο και δύο παιδιά στη μέση εκπαίδευση. Κατέβασε εμπόρευμα στο περίπτερο κι ετοιμαζόταν να συνεχίσει το δρομολόγιό του. Με κοίταξε με απόγνωση και ρώτησε: «Πού πάμε; Ξέρουμε πού πάμε; Οι τράπεζες εφάαν μας το μαγαζί και η Τρόικα θα μας φάει τους μισθούς; Άμα κόψουν και της Άννας 30%, τι θα γίνουμε; Η οικογένεια δεν είναι μαγαζί, να το κλείσουμε. Εγώ θα σταματήσω να πληρώνω τη δόση μου στην τράπεζα τζι ας έρτουν να μου πιάσουν το σπίτι. Ευτυχώς η ΕΦ έδωσε μου όπλο τζιαι σφαίρες. Μπορείς να μου πεις πού πάμε φίλε μου;»... Άναψε τσιγάρο, μπήκε στο βαν κουνώντας το κεφάλι σαν χαμένος κι έφυγε.

Το ερώτημά του, «πού πάμε; Ξέρουμε πού πάμε;», με πήγε πολλά χρόνια πίσω... Φθινόπωρο του 1988. Η πρώτη Ιντιφάντα που είχε εκδηλωθεί στη Δυτική Όχθη και στη Λωρίδα της Γάζας διένυε τον ένατο μήνα της. Η διεθνής αλληλεγγύη στα παιδιά και στους νέους που με πέτρες στα χέρια «πολεμούν» εναντίον του πανίσχυρου ισραηλινού στρατού ολοένα και μεγαλώνει, καθώς οι κηδείες των μικρών παιδιών, οι μαζικές συλλήψεις, οι φυλακίσεις και κατεδαφίσεις σπιτιών, μεταφέρονται στα σαλόνια όλου του πλανήτη, σε γκρο πλαν.

Στη Βρετανία οι Militants κάνουν μια εκστρατεία και μαζεύουν λεφτά για να βοηθήσουν οικογένειες Παλαιστινίων που οι προστάτες του ήταν στις φυλακές. Ένας βουλευτής των Militants καθοδόν προς το Ισραήλ περνά από τη Λευκωσία, όπου στην πλατεία Ελευθερίας πραγματοποιείται συγκέντρωση αλληλεγγύης κατά την οποία μαζεύεται κι ένα ποσό χρημάτων. Αποφασίζεται ως ένδειξη έμπρακτης αλληλεγγύης να συνοδεύσει τον Βρετανό κι ένας Κύπριος εκ των οργανωτών της εκδήλωσης. Από την ομήγυρη κάποιος μου προτείνει να καλύψω δημοσιογραφικά την αποστολή. Πώς δεν το είχα σκεφτεί; Ήταν μοναδική ευκαιρία να βιώσω την εμπειρία της Ιντιφάντα. Την άλλη μέρα, μαζί με τον Βρετανό βουλευτή και τον εκπρόσωπο της «κυπριακής αλληλεγγύης» και με δανεικά στην τσέπη, πετούσα για Τελ Αβίβ.

Οι εμπειρίες από τον πετροπόλεμο, τα μπλόκα και τις κηδείες ήταν πράγματι συγκλονιστικές. Έπρεπε όμως να παραδώσουμε και τα λεφτά της αλληλεγγύης. Ένα ποσό από τα λεφτά, ήταν ήδη αποφασισμένο να δοθεί στη οικογένεια του Μαχμούτ Μασάρουα, ενός Παλαιστινίου με οκτώ παιδιά, ο οποίος φυλακίστηκε με την κατηγορία ότι ήταν συνεργάτης του ισραηλινού πυρηνικού τεχνικού Βανούνου. Ο Μορντεχάι Βανούνου, 58 ετών σήμερα, έχει μείνει στις ισραηλινές φυλακές 18 χρόνια – 8 από τα οποία σε πλήρη απομόνωση, επειδή το 1986 αποκάλυψε στη λονδρέζικη εφημερίδα «The Sunday Times» ντοκουμέντα για τη μυστική παραγωγή πυρηνικών όπλων από το Ισραήλ. Αποφυλακίσθηκε το 2004 αλλά έκτοτε του απαγορεύεται να φύγει από τη χώρα. Αφού παραδώσαμε τα λεφτά στη σύζυγο του Μασάρουα, πήγαμε και στις φυλακές για να τον επισκεφτούμε. Ένοπλοι στρατιώτες τον έφεραν σε ένα κελί επισκεπτηρίου και αποσύρθηκαν διακριτικά. Αφού τον χαιρετίσαμε, ο Μασάρουα με τα λίγα αγγλικά που ήξερε άρχισε να φωνάζει: «μας κάνουν βασανιστήρια, μας κάνουν βασανιστήρια». Τότε μια ομάδα στρατιωτών μάς πήρε και τους τρεις σηκωτούς και βρεθήκαμε κλειδωμένοι σε ένα «δωμάτιο» με σιδερένια πόρτα, κι ένα περίεργο σιδερένιο τραπέζι «φυτεμένο» στο τσιμεντένιο δάπεδο. Ήμασταν και οι τρεις κάτωχροι. Όταν πέρασε το πρώτο σοκ, ο ψηλόλιγνος Εγγλέζος βουλευτής έπιασε να χτυπά με τις γροθιές του τη σιδερένια πόρτα και να φωνάζει ότι είναι μέλος του Βρετανικού Κοινοβουλίου. Φωνή βοώντος εν τη ερήμω. Ο φόβος, η αγωνία και η αβεβαιότητα για ό,τι πιθανόν να ακολουθούσε, σε συνδυασμό με το τρομακτικό περιβάλλον της απομόνωσης στις φυλακές, άρχισαν να μας καταπίνουν.

Δεν θυμάμαι πόση ώρα είχε περάσει όταν ακούσαμε τα κλειδιά στη βαριά πόρτα. Εμφανίστηκαν δύο κουστουμαρισμένοι κύριοι, οι οποίοι συστήθηκαν ως άντρες της Σαμπάκ, (Υπηρεσίας Εσωτερικής Ασφάλειας). Μας οδήγησαν σε ένα γραφείο, μας πρόσφεραν τσάι και ο επικεφαλής δίνοντας στον Βρετανό βουλευτή το διπλωματικό του διαβατήριο απολογήθηκε για την ταλαιπωρία: «Sorry for the inconvenience». Σε μας τους δύο Κύπριους, κουνώντας τα διαβατήρια μας περιφρονητικά σαν χαρτί τουαλέτας, μάς είπε: «Δεν ήταν σοφό που φτάσατε ώς εδώ. Θα είναι σοφό όμως να ξέρετε από δω κι εμπρός πού πάτε».