Glossary of Marxist Philosophy

 

«Εμπειρία. Η βασισμένη στην πρακτική αισθητηριακή εμπειρική γνώση της πραγματικότητας· με την ευρεία έννοια είναι η ενότητα ικανοτήτων και γνώσεων. Στην ιστορία της φιλοσοφίας διαδόθηκαν πλατιά οι απόψεις του εμπειρισμού και της αισθησιοκρατίας (του σενσουαλισμού) σύμφωνα με τις οποίες τα αισθητηριακά δεδομένα είναι η μοναδική αξιόπιστη πηγή γνώσης και γι' αυτό στη γνώση, δεν υπάρχει τίποτε που δεν υπήρξε προηγούμενα στις αισθήσεις. Οι εκπρόσωποι του ιδεαλιστικού εμπειρισμού (Μπέρκλεϋ, Χιουμ) περιόριζαν την εμπειρία στο σύνολο των αισθημάτων και αρνούνταν ότι στη βάση της εμπειρίας βρίσκεται η αντικειμενική πραγματικότητα. Ο υλιστικός εμπειρισμός (Φ. Μπέικον, Χομπς, Λοκ, Ντιντερό, Ελβέτιος) υποστήριζε ότι η πηγή της εμπειρίας είναι ο υλικός κόσμος. «Από την ιστορία της φιλοσοφίας είναι γνωστό ότι η ερμηνεία της έννοιας «εμπειρία» διαχώριζε τους κλασικούς υλιστές από τους ιδεαλιστές» (Λένιν Β. Ι., Άπαντα, τ. 18 σελ. 153). Σε αντίθεση με τον εμπειρισμό, οι εκπρόσωποι του ορθολογισμού (Ντακάρ, Σπινόζα, Λάιμπνιτς) θεωρούσαν ότι η λογική νόηση δεν μπορεί να βασίζεται στην εμπειρία, γιατί αυτή δίνει ασαφή και θολή γνώση που οδηγεί σε πλάνες και υποστήριζαν ότι το λογικό έχει την ικανότητα της νοητικής ενόρασης, την κατανόηση, δηλαδή, της αλήθειας άμεσα, παρακάμπτοντας το αισθητηριακό - εμπειρικό επίπεδο γνωστικής διαδικασίας.

Στην προμαρξιστική φιλοσοφία, τη βαθύτερη μελέτη του προβλήματος της εμπειρίας έκανε η γερμανική κλασική φιλοσοφία. Ο Καντ άσκησε κριτική τόσο στη θέση των ορθολογιστών για τη νοητική ενόραση, όσο και στις προσπάθειες των αισθησιοκρατών να εξάγουν τις γενικές έννοιες μόνο από το σύνολο των αισθητηριακών δεδομένων. Σύμφωνα με τον Καντ, οι άνθρωποι έχουν a priori (προεμπειρικές) μορφές νόησης, χάρη στις οποίες πραγματοποιείται η σύνθεση των αισθημάτων και η κατηγοριακή τους κατάταξη σύμφωνα με ένα σχήμα που παράγεται από την αυθαίρετη δημιουργική φαντασία. Ο Χέγκελ εξέταζε τη γνωστική διαδικασία ως αναπτυσσόμενη πολυεπίπεδη διαδικασία. Ωστόσο, στο Χέγκελ εξάγεται ιδεαλιστικά η έννοια της εμπειρίας από την κίνηση της συνείδησης, η οποία θέτει στον εαυτό της ένα σκοπό και θεωρούσε ότι, εφόσον το επιτυγχανόμενο αποτέλεσμα της δραστηριότητας δε συμπίπτει πλήρως με το σκοπό που έχει τεθεί, κατά τη διαδικασία της σύγκρισης του επιθυμητού και του επιτευγμένου, συντελείται ένας μετασχηματισμός των απόψεων που υπάρχουν για το αντικείμενο (μελέτης) και εμφανίζεται νέα γνώση για το αντικείμενο (μελέτης)- αυτή ακριβώς η διαδικασία συνιστά την εμπειρία.

Στην αστική φιλοσοφία του 20ού αιώνα, διαδόθηκαν υποκειμενικές - ιδεαλιστικές αντιλήψεις που προβάλλουν συχνά σε πρώτο πλάνο την έννοια εμπειρία από γνωσιολογική άποψη. Στις αντιλήψεις αυτές υπάρχει ο ισχυρισμός ότι οι μονιστικές απόψεις, τόσο των υλιστών όσο και των ιδεαλιστών, πρέπει να αντικατασταθούν από έναν τελειότερο «ουδέτερο» μονισμό, ο οποίος θα αποσύρει από τη φιλοσοφική προβληματική τις κατηγορίες της ύλης και της συνείδησης και θα τις αντικαταστήσει με την κατηγορία της «καθαρής εμπειρίας» (μαχισμός). Ο Β. Ι. Λένιν στο έργο του «Υλισμός και εμπειριοκριτικισμός» έδειξε το αβάσιμο αυτών των αντιλήψεων, που συνεχίζουν ουσιαστικά τη γραμμή του Μπέρκλεϋ και του Χιουμ.

 

Εμπειρικό και θεωρητικό

Παραλλαγές της υποκειμενικής - ιδεαλιστικής ερμηνείας της εμπειρίας αποτελούν ο πραγματισμός και ο ινστρουμενταλισμός (η εμπειρία ως «εργαλειακό» σχήμα χρησιμοποίησης των πραγμάτων), ο υπαρξισμός (η εμπειρία ως εσωτερικός κόσμος των άμεσων βιωμάτων του υποκειμένου), ο νεοθετικισμός (η εμπειρία ως διάφορες καταστάσεις της συνείδησης του υποκειμένου και η ερμηνεία του ζητήματος του αντικειμενικού περιεχομένου της γνώσης ως ψευδοπρόβλημα). Σε αντίθεση με τον ιδεαλισμό και σε διάκριση από το θεωρητικό μεταφυσικό υλισμό, ο διαλεκτικός υλισμός ξεκινά από το ότι η εμπειρία έχει αντικειμενικό περιεχόμενο, που εξαρτάται από την ανάπτυξη της πρακτικής και της γνωστικής δραστηριότητας των ανθρώπων στην πορεία του μετασχηματισμού απ' αυτούς του εσωτερικού κόσμου και αυτών των ίδιων. Έτσι, η έννοια της εμπειρίας σχετίζεται με την κατηγορία της πρακτικής ως αποτέλεσμα της δραστηριότητας των ανθρώπων, που περικλείει το σύνολο των ιστορικά διαμορφωμένων ικανοτήτων και γνώσεων.

Η συσσώρευση και η μετάδοση της εμπειρίας από γενιά σε γενιά είναι ένα ουσιαστικό χαρακτηριστικό της κοινωνικής ανάπτυξης. Η εμπειρία αντικειμενοποιείται σε εμπράγματη και γλωσσική μορφή καθώς και στις αξίες του πολιτισμού. Η εμπειρία, ως αποτέλεσμα της πρακτικής και της γνωστικής δραστηριότητας του ανθρώπου, αντανακλά το επίπεδο γνώσης των αντικειμενικών νόμων της φύσης, της κοινωνίας και της νόησης, στο οποίο έφθασαν οι άνθρωποι στο δοσμένο στάδιο της ιστορικής τους ανάπτυξης.»[1]



[1]    Λ. Φ. Ηλίτσεφ και Π. Η. Φεντοσέγιεφ: «Φιλοσοφικό Εγκυκλοπαιδικό Λεξικό», Τομ. 2ος, λ. εμπειρία, εκδόσεις Κ. Καπόπουλος, Αθήνα, 1985