Άρθρα  και  Επιστολές Κιατίπη

 

Πώς θα πρέπει να χαρακτηρίζεται η στρατιωτική επιχείρηση της Χούντας

τη 15η Ιουλίου 1974 προς ανατροπή του Προέδρου Μακαρίου:

Πραξικόπημα ή Εισβολή ή κάτι άλλο;

Του Χαμπή Κιατίπη

2/10/2010

Την σήμερον ημέρα ο καθένας θα πρέπει να προσέχει τα λόγια του, γιατί το συντονιστικό κέντρο των απορριπτικών δυνάμεων μπορεί να πιαστεί από μια λέξη που θα πει και η οποία δυνατόν να ανασκευάζει  μια άλλη εδραιωμένη επί δεκαετίες λέξη και γι' αυτό του το "ατόπημα" να κατηγορηθεί για εσχάτη προδοσία.

Κάτι τέτοιο συνέβη πρόσφατα και στον καημένο τον Πρόεδρο μας Δ. Χριστόφια.

 

Για όσους δεν το γνωρίζουν θα πρέπει κατ’ αρχήν να αναφέρουμε ότι επικεφαλής της Εθνικής Φρουράς της Κύπρου από τη σύστασή της μέχρι σήμερα, βρίσκονταν Ελλαδίτες αξιωματικοί, τους οποίους διόριζαν και διορίζουν, με την έγκριση της κυπριακής κυβέρνησης, οι εκάστοτε Ελληνικές κυβερνήσεις. Συνεπώς τυπικά νόμιμα, υπό τις περιστάσεις, βρίσκονταν και βρίσκονται εγκατεστημένοι στην Κύπρο.

Στις 2 Ιουλίου του 1974 επειδή ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας Αρχιεπίσκοπος Μακάριος ο 3ος έχασε την εμπιστοσύνη του προς τους Ελλαδίτες αξιωματικούς ή τουλάχιστον προς ένα μεγάλο αριθμό εξ αυτών, ζήτησε από την κυβέρνηση της Ελλάδας, που τότε ήταν μια στρατιωτική, φασιστική Χούντα, να αποσύρει από την Κύπρο αυτούς τους αξιωματικούς.

Η Χούντα, όμως, αντί να ικανοποιήσει το αίτημα του Μακαρίου και να αποσύρει τους Ελλαδίτες αξιωματικούς που ζήτησε ο Μακάριος, αποφάσισε να τον βγάλει από τη μέση, δηλαδή να τον εξοντώσει χρησιμοποιώντας ακριβώς αυτούς τους αξιωματικούς και να αναλάβει η ίδια τη διακυβέρνηση της Κύπρου, μέσω ενός ανδρείκελου Προέδρου και ενός ανδρείκελου υπουργικού συμβουλίου. Ουσιαστικά η Χούντα είχε αποφασίσει να προσαρτήσει την Κύπρο στην Ελλάδα παραγνωρίζοντας το γεγονός ότι σ’ αυτή ζούσε ένας σεβαστός πληθυσμός Τούρκων (18%) που αποδεδειγμένα ιστορικά δεν συναινούσε σε μια τέτοια προσάρτηση.

Στις 15 Ιουλίου 1974, λοιπόν, ένοπλα τμήματα της Εθνικής Φρουράς καθοδηγούμενα από τους Ελλαδίτες αξιωματικούς επιτέθηκαν ενάντια σε κρατικά, ημικρατικά, θρησκευτικά και άλλα δημόσια κτίρια, και κυρίως ενάντια στο Προεδρικό Μέγαρο με απώτερο σκοπό να δολοφονήσουν τον Μακάριο και να θέσουν υπό τον έλεγχο τους τον Κρατικό και Ημικρατικό μηχανισμό της Κυπριακής Δημοκρατίας, ήτοι να κατακτήσουν την κρατική εξουσία. Οι Ελλαδίτες αξιωματικοί παίρνανε διαταγές απ’ ευθείας από τη Χούντα που τότε κυβερνούσε την Ελλάδα, και ειδικά από τον αρχι-δικτάτορα Δημήτριο Ιωαννίδη. Αμέσως μετά την κατάληψη της κρατικής εξουσίας με τη χρήση στρατιωτικής βίας, οι Ελλαδίτες αξιωματικοί σε άμεση συνεννόηση με τους ανωτέρους τους στην Ελλάδα, διόρισαν ως Πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας τον Ελληνοκύπριο Νικόλαο Σαμψών και στο υπουργικό συμβούλιο ομοϊδεάτες και πειθήνια όργανά τους επίσης Ελληνοκύπριους.

Αυτή η βίαιη στρατιωτική επέμβαση στα εσωτερικά της Κυπριακής Δημοκρατίας, η αποτυχημένη απόπειρα εξόντωσης του  Μακαρίου, που παρεμπιπτόντως διεσώθη και αναγκάστηκε να φύγει στο εξωτερικό, και η κατάληψη της εξουσίας από την Χούντα των Αθηνών και τα πειθήνια όργανά της στην Κύπρο, έμεινε γνωστή ως «Πραξικόπημα». Επειδή δε η ενέργεια αυτή έγινε από Έλληνες εναντίον Ελλήνων επικράτησε με το σύνθετο όνομα: "προδοτικό πραξικόπημα".

Αν η στρατιωτική αυτή επέμβαση αποφασιζόταν και εκτελούνταν από μόνο Ελληνοκύπριους, τότε ο πιο κατάλληλος χαρακτηρισμός της θα ήταν ασφαλώς χωρίς καμιά αντίρρηση: «προδοτικό πραξικόπημα». Επειδή όμως η επέμβαση αυτή αποφασίστηκε από ένα άλλο κράτος, από μια άλλη κυβερνητική και στρατιωτική δύναμη, που ενώ διατηρούσε ένοπλες δυνάμεις στην Κύπρο προς διαφύλαξη της ανεξαρτησίας της και της συνταγματικής της τάξης, χρησιμοποίησε αυτές τις δυνάμεις για να καταργήσει τόσο την ανεξαρτησία – με την ντε φάκτο προσάρτηση της Κύπρο- όσο και τη συνταγματική τάξη – με τη βίαιη ανατροπή του νόμιμου Προέδρου και του νόμιμου υπουργικού συμβουλίου και των άλλων οργάνων εξουσίας σε κρατικά και ημικρατικά σώματα δεν μπορεί να θεωρηθεί προδοτικό πραξικόπημα, έστω κι αν στην ενέργεια αυτή έλαβαν μέρος και Ελληνοκύπριοι οπλίτες της Εθνικής Φρουράς, διότι όλοι οι Ελληνοκύπριοι οπλίτες ήσαν υπό τις διαταγές των Ελλαδιτών αξιωματικών.

Το ερώτημα που τίθεται λοιπόν είναι: ποιος είναι ο πιο κατάλληλος προσδιορισμός της στρατιωτικής επέμβασης της Χούντας των Αθηνών τη 15 Ιουλίου 1974 ενάντια στη νόμιμη κυβέρνηση της Κυπριακής Δημοκρατίας, την με βίαιο – στρατιωτικό- τρόπο κατάργησή της, την κατάληψη της κρατικής εξουσίας και την άσκησή της για 8 μέρες μέχρι τον εξαναγκασμό της σε παραίτηση τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Κύπρο, λόγω της αποτυχίας της να ανακόψει την εισβολή των Τούρκικων στρατευμάτων στην Κύπρο, που συνέβη στις 20 Ιουλίου 1974, δηλαδή 5 μέρες μετά την στρατιωτική επέμβαση της Χούντας;

Με τον όρο Εισβολή - στρατιωτική-, με την καθαρή της έννοια, υπονοείται η επέμβαση-παράνομη είσοδος στην επικράτεια ενός κράτους εχθρικών στρατιωτικών δυνάμεων δυνάμεων ενός άλλου κράτους με σκοπό την ανατροπή του υπάρχοντος πολιτικού/κρατικού καθεστώτος και την επιβολή της εξουσίας του ξένου κράτους. Κάτι τέτοιο ασφαλώς δεν συνέβη στις 15 Ιουλίου 1974. Δεν εισέβαλαν στην Κύπρο στρατεύματα της Ελλάδας. Η Ελληνική στρατιωτική δύναμη που εκτέλεσε τη στρατιωτική επιχείρηση προς ανατροπή του Μακαρίου βρισκόταν ήδη στην Κύπρο, αλλά χωρίς την έγκριση του Προέδρου Μακαρίου και της νόμιμης κυβέρνησης της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Μερικοί αποκάλεσαν την στρατιωτική ενέργεια της Χούντας ως κεκαλυμμένη εισβολή, επειδή σ’ αυτή πήραν ενεργό μέρος Ελλαδίτες στρατιωτικοί που στάθμευαν στην Κύπρο, άντρες της Εθνικής Φρουράς και μέλη της ΕΟΚΑ Β’. Επειδή στάθμευαν στην Κύπρο και δεν εισέβαλαν απ’ ευθείας από το εξωτερικό, μερικοί δεν τη θεωρούν εισβολή, διότι όπως διατείνονται η εισβολή προϋποθέτει την μετάβαση στρατιωτικών δυνάμεων από το εξωτερικό προς το εσωτερικό μιας χώρας.

Ότι και να την αποκαλέσουμε η ουσία είναι ότι η στρατιωτική ενέργεια ενάντια στον Πρόεδρο Μακάριο και την Κύπρο εκ μέρους της Χούντας των Αθηνών ήταν μια ξένη επέμβαση στα εσωτερικά πράγματα της Κύπρου και ως τέτοια είναι καταδικαστέα. Η ενέργεια της Χούντας ασφαλώς βαρύνει την ίδια 100%, αλλά δυστυχώς επειδή αποτελούσε για εφτά ολόκληρα χρόνια την κυβέρνηση της Ελλάδας, η ενέργεια της αυτή αντανακλά αρνητικά και στην εικόνα της Ελλάδας γενικά και του Ελληνικού λαού ειδικά.

Κλείνοντας θα πρέπει να πούμε ότι η στρατιωτική επέμβαση της Χούντας στα εσωτερικά της Κυπριακής Δημοκρατίας έδωσε την αφορμή στην Τουρκία να εισβάλει, με την καθαρή έννοια του όρου, να κατακτήσει και να κατέχει μέχρι σήμερα ένα μεγάλο μέρος της επικράτειας της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Ελλάδα και Τουρκία καλούνται στην πολιτική ορολογία "Μητέρες Πατρίδες", η μεν Ελλάδα μητέρα πατρίδα για τους Ελληνοκύπριους και η Τουρκία μητέρα πατρίδα για τους Τουρκοκύπριους. Πολλοί Κύπριοι έχουν παύσει να αναφέρονται σε μητέρες πατρίδες. Από την ημέρα της ανεξαρτησίας της Κύπρου το 1960 μέχρι τον Ιούλιο του 1974, που επενέβησαν και οι δύο στρατιωτικά, οι δύο μητέρες πατρίδες δεν έπαψαν να επεμβαίνουν στις εσωτερικές υποθέσεις της Κυπριακής Δημοκρατίας με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, υποστηρίζοντας η κάθε μια την αντίστοιχη εθνοτική κοινότητα και ενάντια στα κοινά συμφέροντα ολόκληρου του Κυπριακού Λαού - Ελληνοκυπρίων, Τουρκοκυπρίων κ.ά. ομάδων.

Οι δύο κυπριακές κοινότητες νιώθουν πιο ασφαλείς όταν γνωρίζουν πως βρίσκονται υπό την προστασία της μητέρας πατρίδας η κάθε μια. Και ούτε η μια ούτε η άλλη θέλουν να χάσουν αυτή την προστασία.

Το τί συνέβη τις τελευταίες μέρες στην Κύπρο μετά την ομιλία του Προέδρου Χριστόφια στο Ινστιτούτο Brookings κατά τον οποίο αναφέρθηκε σε εισβολή εκ μέρους και των δύο μητέρων πατρίδων, ήταν μια καλά συντονισμένη οργανωμένη προσπάθεια των απορριπτικών δυνάμεων να διαστρεβλωθεί το νόημα της αναφοράς του Προέδρου σε "εισβολή των μητέρων πατρίδων" ώστε να δημιουργηθεί ένα αρνητικό πνεύμα μέσα στο λαό για τη υποτιθέμενη εχθρική στάση του Προέδρου Χριστόφια έναντι της Ελλάδας.

Είναι βέβαια τοις πάσοις γνωστό ότι ο Χριστόφιας δεν διατίθεται εχθρικά προς την Ελλάδα, αλλά αναφερόταν στην επέμβαση της Χούντας που τότε κυβερνούσε την Ελλάδα, που όπως και πολλοί άλλοι πριν απ' αυτόν χαρακτήρισε ως εισβολή.

14 χρόνια πριν, το 1996, ο συγγραφέας Μακάριος Δρουσιώτης είχε εκδώσει ένα βιβλίο  420 σελίδων με τον χαρακτηριστικό τίτλο: Η "ΕΙΣΒΟΛΗ" ΤΗΣ ΧΟΥΝΤΑΣ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ και τότε κανείς δεν διαμαρτυρήθηκε για την χρήση αυτού του όρου από τον κ. Δρουσιώτη. Το γεγονός ότι ο κ. Δρουσιώτης έθεσε τον όρο ΕΙΣΒΟΛΗ σε εισαγωγικά, υπονοεί ότι γνώριζε πολύ καλά ότι δεν επρόκειτο για καθαρή εισβολή, όπως την εξηγήσαμε πιο πάνω, αλλά για κεκαλυμμένη εισβολή, όπως την χαρακτήρισαν και ξένοι δημοσιογράφοι.

Όπως αναφέρει κι ο Γ. Κουμουλλής στο άρθρο του: «Μόλις την επομένη του «πραξικοπήματος» τα Ευρωπαϊκά ΜΜΕ μιλούσαν ήδη για εισβολή. Το κύριο άρθρο της συντηρητικής Daily Telegraph, για να δώσω μόνο ένα παράδειγμα, είχε τίτλο (σελ.7) στις 16 Ιουλίου 1974: An ill-disguised invasion δηλαδή μία κακώς καμουφλαρισμένη /κεκαλυμμένη  εισβολή.»